Η ενοχή για το σεξ: μια κληρονομιά που δεν μας ανήκει

Υπάρχουν άνθρωποι που μιλούν για το σεξ με ευκολία και άλλοι που, ακόμη κι αν το επιθυμούν, δυσκολεύονται να αφεθούν. Νιώθουν άβολα, ντροπή ή ένα παράξενο βάρος γύρω από την απόλαυση. Αυτό το συναίσθημα δεν είναι τυχαίο. Η ενοχή γύρω από τη σεξουαλικότητα σπάνια γεννιέται στην ενήλικη ζωή. Τη μαθαίνουμε και γίνεται βίωμα μας πολύ νωρίτερα και συχνά … αβίαστα.

Η ρίζα: τα πρώτα χρόνια και το «μη»

Ήδη από την βρεφική και νηπιακή ηλικία μαθαίνουμε, άλλοτε σιωπηλά κι άλλοτε ρητά, ποια κομμάτια του εαυτού μας «επιτρέπεται» να φαίνονται και ποια όχι.
Η περιέργεια του παιδιού για το σώμα του – να αγγίζει, να νιώθει, να ρωτά, να εξερευνά – συχνά απαντάται με αμηχανία, αυστηρότητα ή απόρριψη από τους ενήλικες. Έτσι, το μήνυμα δεν είναι απλά «μην το κάνεις», αλλά κυρίως: «Κάτι κακό υπάρχει μέσα σου που το θέλει αυτό».

Αυτό το «κάτι κακό» γίνεται ο σπόρος της ενοχής. Το παιδί δεν καταλαβαίνει ακόμα από όρια ή κοινωνικούς κανόνες. Καταλαβαίνει όμως πως αυτή η φυσική του παρόρμηση προκαλεί δυσαρέσκεια στους γονείς. Και επειδή τα παιδιά χρειάζονται να διατηρήσουν τον δεσμό τους με τους γονείς πάση θυσία, προτιμούν να θεωρήσουν τον εαυτό τους «κακό» παρά να νιώσουν ότι χάνουν την αγάπη.

Η συνέχεια: ο έφηβος που μαθαίνει να κρύβεται

Στην εφηβεία, το σώμα αλλάζει και η επιθυμία δυναμώνει. Αν όμως η σεξουαλικότητα έχει ήδη χρωματιστεί με ντροπή, τότε η αφύπνιση της επιθυμίας δεν βιώνεται ως κάτι όμορφο, αλλά ως σύγκρουση: θέλω, αλλά δεν πρέπει. Απολαμβάνω, αλλά μετά νιώθω τύψεις.

Έτσι, πολλά έφηβα άτομα μαθαίνουν να διαχωρίζουν το σώμα από το συναίσθημα — να επιτρέπουν το πρώτο, αλλά να αποσυνδέονται από το δεύτερο, ώστε να αντέξουν την ενοχή. Αυτό το μοτίβο μπορεί να συνεχιστεί και στις ενήλικες σχέσεις: επιθυμούμε, αλλά δυσκολευόμαστε να είμαστε παρόντες· επιδιώκουμε οικειότητα, αλλά φοβόμαστε την έκθεση.

 

Ενήλικη ζωή: η ενοχή ως σκιά της επιθυμίας

Στην ενήλικη ζωή, η ενοχή μπορεί να εκδηλωθεί με πολλούς τρόπους:

  • Δυσκολία να ζητήσουμε αυτό που θέλουμε.
  • Αίσθηση ότι δεν πρέπει να απολαμβάνω τόσο.
  • Αναστολή, απομάκρυνση ή ακόμα και αποφυγή της σωματικής επαφής.
  • Έντονη ανάγκη ελέγχου στο σώμα ή στην εικόνα μας.

Η ενοχή λειτουργεί σαν φίλτρο στην επιθυμία. Δεν τη σβήνει, αλλά τη στρεβλώνει. Κάθε φορά που προσπαθούμε να πλησιάσουμε την απόλαυση, εκείνη η παιδική φωνή ψιθυρίζει: «Μήπως δεν πρέπει; Μήπως είναι κακό;».

Και πιο πριν; Οι σιωπηλές γενιές

Η ενοχή για το σεξ δεν ανήκει μόνο σε εμάς, αλλά αποτελεί μια διαγενεακή κληρονομιά. Οι προηγούμενες γενιές μεγάλωσαν με αυστηρά πρότυπα: το σεξ ως υποχρέωση ή αμαρτία, το σώμα ως κάτι που πρέπει να ελέγχεται, η απόλαυση ως επικίνδυνη. Αυτά τα μηνύματα πέρασαν όχι μόνο με λόγια, αλλά με βλέμματα, σιωπές, τρόπους.
Έτσι, ακόμη κι αν οι γονείς δεν είπαν τίποτα αρνητικό, το παιδί διαισθάνθηκε ότι η σεξουαλικότητα είναι θέμα «που δεν συζητάμε εδώ». Αυτό το άρρητο πλαίσιο γίνεται ένα συναισθηματικό αποτύπωμα που μεταφέρεται όχι μόνο με τη γλώσσα, αλλά με τον τρόπο που σχετιζόμαστε.

Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς σήμερα

Αν θέλουμε να σταματήσει ο κύκλος της ενοχής γύρω από τη σεξουαλικότητα, χρειάζεται να αλλάξει ο τρόπος που μιλάμε (ή σωπαίνουμε) γι’ αυτήν στα παιδιά μας. Οι γονείς δεν χρειάζεται να έχουν όλες τις απαντήσεις, χρειάζεται όμως να είναι ανοιχτοί στη συζήτηση. Όταν το παιδί ρωτά ή δείχνει περιέργεια για το σώμα του, η απάντηση δεν πρέπει να είναι «μη» ή «ντροπή», αλλά να παίρνει τη μορφή ήρεμης επικύρωσης: «Αυτό είναι το σώμα σου, είναι δικό σου, και είναι καλό να το γνωρίζεις». Η φυσικότητα και η τρυφερότητα με την οποία απαντάμε διδάσκουν πολύ περισσότερα από τις λέξεις.

Επίσης, οι γονείς είναι σημαντικό να δουλέψουν και τη δική τους σχέση με το σώμα και την επιθυμία. Τα παιδιά μαθαίνουν από τον τρόπο που εμείς σχετιζόμαστε με το σώμα μας, όχι από αυτά που τους λέμε. Ένας γονιός που αποδέχεται τη σεξουαλικότητα ως κομμάτι της ζωής, της αγάπης και της οικειότητας, διδάσκει χωρίς να διδάσκει πως το σώμα δεν είναι αιτία ντροπής, αλλά γέφυρα σύνδεσης με τον εαυτό και τους άλλους.

Τελικά…

Η ενοχή για το σεξ δεν είναι προσωπική αποτυχία, αλλά πολιτισμική κληρονομιά που μπορούμε να αφήσουμε πίσω μας. Κάθε φορά που επιλέγουμε να μιλήσουμε, να νιώσουμε, να αποδεχτούμε, κάνουμε ένα βήμα όχι μόνο για τον εαυτό μας, αλλά και για τις επόμενες γενιές.

 

Ηλίας Κασσάρας

Ψυχολόγος MSc, MSc, PhD

Γνωστικός & Συμπεριφορικός Ψυχοθεραπευτής

Cart
Enquiry Cart ×
Loading....