Η νευρική ανορεξία είναι σοβαρή ψυχογενής διαταραχή πρόσληψης τροφής, που χαρακτηρίζεται από επίμονη άρνηση διατήρησης φυσιολογικού σωματικού βάρους, έντονο φόβο για την αύξησή του και διαστρεβλωμένη εικόνα σώματος. Το άτομο περιορίζει δραστικά την πρόσληψη τροφής, συχνά συνοδευόμενη από υπερβολική άσκηση, εμετούς ή χρήση καθαρτικών. Συνήθως εμφανίζεται στην εφηβεία, κυρίως σε γυναίκες, και μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές ιατρικές επιπλοκές ή και θάνατο. Η αιτιολογία είναι πολυπαραγοντική, περιλαμβάνοντας βιολογικούς, ψυχολογικούς και κοινωνικοπολιτισμικούς παράγοντες.
Εκτός όμως από τη διαταραγμένη σχέση με την τροφή και το σώμα, ένας συχνά υποτιμημένος τομέας που πλήττεται είναι η σεξουαλικότητα. Οι γυναίκες με Ν.Α. παρουσιάζουν αυξημένη αποστροφή προς τις σεξουαλικές επαφές, περιορισμένη επιθυμία και δυσκολία στο να βιώσουν το σώμα τους ως φορέα απόλαυσης. Η μειωμένη libido, η αποστασιοποίηση από το σώμα και η καθυστέρηση της πρώτης σεξουαλικής εμπειρίας είναι συχνές, ενώ αναφέρονται και λιγότερες φαντασιώσεις, μειωμένες σεξουαλικές επαφές και μικρότερος αριθμός συντρόφων. Η σεξουαλική αποχή ή δυσφορία δεν σχετίζεται απλώς με την απώλεια βάρους, αλλά αντανακλά βαθύτερα ψυχοδυναμικά μοτίβα που σχετίζονται με τον έλεγχο, την τελειομανία και την άρνηση της ενηλικίωσης και της θηλυκότητας.
Οι ψυχοσεξουαλικές αυτές εκφάνσεις εντάσσονται συχνά σε ένα γενικότερο προφίλ προσωπικότητας με αυξημένο αυτοέλεγχο, ασκητικές τάσεις και ιδεοψυχαναγκαστικά στοιχεία. Τα άτομα με Ν.Α. συχνά διατηρούν μια αποσυνδεδεμένη σχέση με το σώμα τους, το οποίο αντιλαμβάνονται όχι ως υποκείμενο ηδονής, αλλά ως αντικείμενο ελέγχου ή απόρριψης. Εντός αυτού του πλαισίου, η σεξουαλικότητα μετατρέπεται σε απειλή και αποδυναμώνεται δραματικά.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι γυναίκες με διατροφικές διαταραχές είναι έως και οκτώ φορές πιο πιθανό να εμφανίσουν σεξουαλικές δυσλειτουργίες σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Περίπου το 70% των ασθενών αναφέρουν μειωμένη ερωτική επιθυμία, ενώ πάνω από το 60% βιώνουν έντονο σεξουαλικό άγχος. Δεν πρόκειται μόνο για σωματική ή ορμονική επίδραση· συχνά, οι σχέσεις με τους άλλους είναι δυσλειτουργικές.
Οι διαταραχές ενσωμάτωσης, δηλαδή η αδυναμία σύνδεσης με το σώμα και η δυσφορία με την εγγύτητα, λειτουργούν ως διαμεσολαβητικός παράγοντας μεταξύ της διατροφικής συμπτωματολογίας και της ερωτικής αποστασιοποίησης. Παράλληλα, ο ανασφαλής τύπος δεσμού και η δυσκολία στη δημιουργία ασφαλών διαπροσωπικών σχέσεων εντείνουν τη σεξουαλική απομόνωση και ανατροφοδοτούν τη διαταραχή.
Ξεχωριστή θέση στον φαύλο αυτό κύκλο κατέχει το ψυχικό τραύμα. Πλήθος ερευνών συνδέουν την ύπαρξη τραυματικών εμπειριών, και κυρίως την εμφάνιση PTSD (Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες) με εντονότερη δυσφορία σε σχέση με το σώμα και μεγαλύτερη σοβαρότητα στην εκδήλωση των διατροφικών διαταραχών. Οι γυναίκες με Ν.Α. και ιστορικό τραύματος εμφανίζουν αυξημένα επίπεδα άγχους, σωματικής αποστροφής και ανησυχίας, καθώς και μεγαλύτερη βαθμολογία στο EDE-Q, εργαλείο αξιολόγησης των διατροφικών συμπτωμάτων, καθώς και υψηλότερο BMI (δείκτη μάζας σώματος) εξαιτίας της παρουσίας του υποτύπου ανορεξίας BPAN (Binge Purge Anorexia Nervosa) με βουλιμικά επεισόδια. Το τραύμα δεν οδηγεί αναγκαστικά σε Ν.Α., αλλά λειτουργεί συχνά ως καταλυτικός παράγοντας που καθορίζει τη μορφή και την ένταση της διαταραχής, περιπλέκοντας τη σεξουαλική λειτουργία και την εικόνα σώματος.
Ανεξάρτητα από το ψυχολογικό υπόβαθρο, η Ν.Α. προκαλεί σημαντικές βιολογικές επιπτώσεις, οι οποίες επηρεάζουν άμεσα τη σεξουαλική λειτουργία. Ένα βασικό ενδοκρινικό φαινόμενο είναι η πτώση της λεπτίνης λόγω του πολύ χαμηλού λιπώδους ιστού. Η μείωση της λεπτίνης οδηγεί σε αναστολή της παραγωγής της ορμόνης GnRH στον υποθάλαμο, με συνέπεια τη μείωση των γοναδοτροπινών LH και FSH. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων, οδηγώντας στην εμφάνιση υπογοναδισμού και υποθαλαμικής αμηνόρροιας. Η απουσία εμμήνου ρύσεως και τα χαμηλά επίπεδα ορμονών επηρεάζουν την ερωτική διάθεση, την κολπική εφύγρανση και τη γενικότερη σεξουαλική απόκριση, καθιστώντας τις σεξουαλικές διαταραχές εν μέρει και ορμονικά ερμηνεύσιμες.
Η θεραπεία των σεξουαλικών δυσλειτουργιών στις γυναίκες με Ν.Α. δεν μπορεί να εξεταστεί ανεξάρτητα από τη συνολική αντιμετώπιση της διατροφικής διαταραχής. Προέχει η αποκατάσταση της σωματικής και ψυχικής υγείας, ωστόσο είναι απαραίτητο ο κλινικός να αναγνωρίσει τις σεξουαλικές δυσκολίες και να παρέμβει μέσω ψυχοσεξουαλικής θεραπείας, στοχευμένης ψυχοεκπαίδευσης και, όπου χρειάζεται, φαρμακευτικής υποστήριξης σε ενδεχόμενο συννοσηρότητας με κάποια άλλη ψυχιατρική διαταραχή. Μόνο μέσω μιας ολιστικής προσέγγισης μπορεί να επιτευχθεί η ουσιαστική αποκατάσταση της σεξουαλικής και συναισθηματικής ευημερίας των γυναικών με νευρική ανορεξία.
Κακούρου Άρτεμις Αναστασία, Ψυχολόγος MSc, Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.