Απουσία οργασμού στη γυναίκα: Τι σημαίνει για τη σχέση μου;

Μία γυναίκα 29 ετών βρίσκεται σε σταθερή σχέση εδώ και 3 χρόνια και σχεδιάζει να παντρευτεί το σύντροφό της 33 ετών. Ενώ είναι σίγουρη για την επιλογή της και δηλώνει ευτυχισμένη μαζί του, υπάρχει μία σκέψη που δεν έχει καταφέρει να του μοιραστεί. Ποτέ έως τώρα δεν έχει καταφέρει να έρθει σε οργασμό. Η απουσία του οργασμού της την προβληματίζει, τόσο σε προσωπικό επίπεδο, η σχέση με τον εαυτό της, αλλά και για τη σεξουαλική ζωή με το σύντροφό της. 

Ο γυναικείος οργασμός αποτελεί ένα κεφάλαιο της γυναικείας σεξουαλικότητας, που για πολλούς είναι μυστήριο. Η γυναίκα, συχνά, καθηλώνεται στην αναζήτηση του οργασμού, ενώ πολλές φορές μάλιστα ανησυχεί για το εάν θα μπορούσε να πετύχει, άλλο είδους οργασμού από αυτόν που ήδη βιώνει.

Μία γυναίκα που έχει διαταραχή οργασμού, αδυνατεί να βιώσει την ψυχοσωματική συμμετοχή και την ηδονιστική έκφραση της κορύφωσης στη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης.

Η ίδια μπορεί να ερμηνεύσει τη δυσκολία της ως:

  • «Βιολογική» αδυναμία
  • Έλλειψη δικής της σεξουαλικότητας
  • Αδιαφορία του συντρόφου της απέναντί της

Το αποτέλεσμα: Η γυναίκα βιώνει απογοήτευση, αγωνία, θυμό, ματαίωση, ντροπή, αλλά και άγνοια σχετικά με το τι πρέπει να κάνει, αν υπάρχει λύση, αν μπορεί να το μοιραστεί με το σύντροφό της.

Ο πρωταγωνιστικός παράγοντας που μπορεί να κρατάει μία γυναίκα μακριά από την κορύφωσή της είναι το άγχος αυτοπαρατήρησης. Καταλήγει να απέχει νοητά από τη σεξουαλική πράξη και να σκέφτεται επίμονα ότι πρέπει να ευχαριστήσει το σύντροφό της, να του προσφέρει οργασμό, δεν αφήνεται ολοκληρωτικά και δεν απολαμβάνει τη στιγμή. Ταυτόχρονα, η σκέψη ότι «πρέπει» να έχει οργασμό την εγκλωβίζει ακόμη περισσότερο.

Συχνά, ο άνδρας εισπράττει την έλλειψη οργασμού της συντρόφου ως προσωπική αποτυχία, δημιουργώντας αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό του, αλλά και πολλές φορές με δυσάρεστα αποτελέσματα και στη σχέση.

Υπάρχει λύση;

Όπως για κάθε σεξουαλική δυσλειτουργία, λύση υπάρχει αρκεί να την αναζητήσουμε. Το πρώτο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε το πρόβλημα, να το αποδεχτούμε και να ζητήσουμε στήριξη και βοήθεια. Η εμπιστοσύνη που θα χτίσουμε με τον ειδικό θα αποτελέσει το σημαντικότερο θεμέλιο, προκειμένου να μοιραστούμε σκέψεις, φόβους, παλιές εμπειρίες, που μπορεί να μας έχουν επηρεάσει και μαζί θα δομήσουμε μία νέα αρχή, πάνω στην οποία θα θεραπεύσουμε το πρόβλημα.

Ας μην ξεχνάμε ότι η σεξουαλική εμπλοκή μας θέλει ενεργούς πρωταγωνιστές, το μυαλό και το σώμα συμμετέχουν στο παιχνίδι των αισθήσεων, μακριά από το άγχος και τις αρνητικές σκέψεις. Ενώ, η επικοινωνία με το σεξουαλικό μας σύντροφο αποτελεί πάντοτε το κλειδί για να βελτιώσουμε οποιαδήποτε πτυχή μας απασχολεί.

Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.