Ποια θέματα γύρω από την σεξουαλικότητα επιλέγουν να συζητήσουν οι γονείς με τους εφήβους και τι επιρροή τούς ασκούν;

Η προσωπική νοηματοδότηση της έννοιας της υγιούς σεξουαλικότητας ξεκινά από νεαρή ηλικία και είναι καθοριστικής σημασίας για τη σεξουαλική και ψυχική ευημερία του ατόμου, αλλά και τη διαμόρφωση λειτουργικών κοινωνικών και διαπροσωπικών σχέσεων. Αναφέρεται στον τρόπο που κάποιος αντιλαμβάνεται τη σεξουαλικότητα του και στις πεποιθήσεις και στάσεις που τηρεί απέναντι στον εαυτό του ως σεξουαλική ύπαρξη.

Αποτελεί μια διαδικασία η οποία διαφοροποιείται και εξελίσσεται καθ’ όλη τη διάρκεια της εφηβείας μέχρι και την ενήλικη ζωή. Ωστόσο, σε αυτά πρώτα βήματα στην περίοδο της εφηβείας κρίνεται σημαντική η συνεισφορά των γονέων, οι οποίοι καλούνται να μεταλαμπαδεύσουν τις προσωπικές τους γνώσεις προς όφελος των παιδιών, μέσα από έναν εποικοδομητικό ανοιχτό διάλογο, ούτως ώστε να προάγονται η διαμόρφωση θετικής στάσης απέναντι στη σεξουαλικότητα, το αίσθημα της αυτοαποτελεσματικότητας και η υιοθέτηση υγιών σεξουαλικών πρακτικών.

Ποια είναι, όμως, τα θέματα γύρω από τη σεξουαλικότητα τα οποία επιλέγουν να συζητήσουν οι γονείς

και επηρεάζεται άραγε η στάση τους ανάλογα με το αν αποδέκτης είναι η κόρη ή ο γιος τους;

Έρευνες έχουν δείξει ότι οι γονείς έχουν την τάση να εφιστούν την προσοχή στους εφήβους ως προς το τι πρέπει να αποφεύγουν. Έτσι, επικεντρώνονται σε θέματα που αφορούν επικίνδυνες σεξουαλικές συμπεριφορές και τρόπους πρόληψης όπως πχ χρήση προφυλακτικού/αντισύλληψη, Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα, εγκυμοσύνη, εκτρώσεις. Ωστόσο, παραλείπουν να αναφερθούν σε πιο θετικές έννοιες που αφορούν τη σεξουαλικότητα όπως σεξουαλική επιθυμία, ικανοποίηση, εναλλακτικές μορφές σεξουαλικών πρακτικών που προσφέρουν ικανοποίηση (αυνανισμός), η επιλογή σεξουαλικών συντρόφων. Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι γονείς τηρούν μια στάση αποδοκιμασίας ως προς το να ξεκινήσουν οι έφηβοι να έχουν σεξουαλικές σχέσεις.

Επιπλέον, σχετικά με τη στάση που κρατάνε οι γονείς ανάλογα με το αν απευθύνονται στην κόρη ή στον γιο, παρατηρείται ότι όταν συζητούν με την κόρη εστιάζουν πολύ περισσότερο σε θέματα αποφυγής και πρόληψης σεξουαλικών κινδύνων, ενώ όταν συνομιλητής είναι ο γιος επικεντρώνονται στην ενθάρρυνση του ως προς τις θετικές πλευρές της σεξουαλικότητας. Αυτό καταδεικνύει μια διαφυλική διάκριση στην επικοινωνία των γονέων με τα παιδιά τους, η οποία πηγάζει και ταυτόχρονα τροφοδοτεί τους κοινωνικά κατασκευασμένους παραδοσιακούς ρόλους των δύο φύλων, σύμφωνα με τους οποίους είναι θεμιτό και ενδεδειγμένο οι άνδρες να επιθυμούν και να επιδιώκουν το σεξ, ενώ οι γυναίκες αναμένεται να το αποτρέπουν από το να συμβεί.

Σαν αποτέλεσμα:

·  τα κορίτσια δέχονται μεγαλύτερες πιέσεις σε σχέση με τη σεξουαλικότητα τους από ότι τα αγόρια, γεγονός που μπορεί να τις οδηγήσει στην υιοθέτηση ενός παθητικού σεξουαλικού ρόλου, στην ανοχή ανεπιθύμητων σεξουαλικών συμπεριφορών και σε μειωμένη σεξουαλική ικανοποίηση

·  στα αγόρια, ναι μεν οι γονείς δείχνουν μεγαλύτερη επιείκεια και παρέχουν περισσότερες ελευθερίες, αυτό, όμως, ενδέχεται να τους δημιουργήσει πίεση για να ανταποκριθούν και να συμμορφωθούν με τον ρόλο που τους αποδίδουν και τις κοινωνικές προσδοκίες.

Οι θετικές συνέπειες του εποικοδομητικού διαλόγου ανάμεσα στους γονείς και τους εφήβους γύρω από τη σεξουαλικότητα είναι αναμφισβήτητες. Ωστόσο, προκειμένου να ενισχυθεί συνολικά η σεξουαλική υγεία των εφήβων, είναι απαραίτητο τα θέματα που συζητούνται να σχετίζονται όχι μόνο με τις επικίνδυνες σεξουαλικές πρακτικές και τους τρόπους αντιμετώπισης, αλλά και με τα θετικά συστατικά στοιχεία της σεξουαλικότητας.

Διδυμοπούλου Αγγελική

Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπεύτρια CBT

Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.