Μειωμένη σεξουαλική επιθυμία στη γυναίκα

Η γυναικεία σεξουαλικότητα (σεξουαλική επιθυμία) «ελέγχεται» από πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις μεταξύ φυσιολογικών, ψυχολογικών, ανατομικών, νευροχημικών, ορμονικών, φαρμακολογικών και κοινωνικών παραγόντων.

Καθώς οι έρευνες για τη γυναικεία σεξουαλική υγεία και συμπεριφορά, την επιθυμία, τη διέγερση και τον οργασμό, πληθαίνουν, μαζί προχωράνε και τα κοινωνικά πρότυπα, που προβάλλονται μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που θέλουν τη γυναίκα ελκυστική, διαχρονικά νέα και επιτυχημένη… Με αυτόν τον τρόπο, θα λέγαμε, ότι η κοινωνία δεν βοηθά την γυναίκα να ανακαλύψει τον πραγματικό της εαυτό, την μοναδικότητα και την ομορφιά της.

Ο φόβος που κυριαρχεί στη γυναικεία σεξουαλικότητα είναι η έλλειψη αυτοπεποίθησης, που εκφράζεται μέσα από το σώμα της, με μειωμένη ικανοποίηση, σκέψη «υποχρεωτικής» σεξουαλικής εμπλοκής κάτω από την πίεση του συντρόφου, χάνοντας τον αυθορμητισμό, τη διέγερση και τον οργασμό της.

Η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία αποτελεί το πιο συχνό σεξουαλικό πρόβλημα της γυναίκας, επηρεάζοντας κυρίως τις ηλικίες 45 ετών και άνω. Η σεξουαλική επιθυμία αποτελεί την αφετηρία που «βάζει» τη γυναίκα στο ερωτικό παιχνίδι και φέρνει τη σωματική διέγερση, ωστόσο βιολογικοί και ψυχολογικοί παράγοντες μπορούν να τη «στερήσουν».

Η γυναίκα με υποτονική σεξουαλική επιθυμία δεν επιδιώκει σεξουαλικές επαφές, ενώ συχνά απουσιάζουν και οι φαντασιώσεις, κάτι που της προκαλεί δυσφορία ή/και προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις. Συχνά, ο σύντροφος εισπράττει την μειωμένη επιθυμία ως απόρριψη, μάλιστα πολλές φορές την κατηγορεί ότι υπάρχει άλλο πρόσωπο στη ζωή της, ενώ λανθασμένα την πιέζει να τον ικανοποιήσει.

Ο επιπολασμός της διαταραχής μειωμένης σεξουαλικής επιθυμίας (hypoactive sexual desire disorder) κυμαίνεται στο 9% μεταξύ 18-44, έως και 12,3% στις ηλικίες 45-64 ετών και 7,4% σε γυναίκες άνω των 65 ετών.

Μελέτες έχουν δείξει ότι αν και ο επιπολασμός αυξάνεται με την ηλικία, ο επιπολασμός της δυσφορίας που σχετίζεται με τη μειωμένη επιθυμία μειώνεται ταυτόχρονα. Αυτή η τάση κάνει το πρόβλημα πιο συχνό στις γυναίκες μέσης ηλικίας παρά στις μεγαλύτερες. Επιπλέον, παράγοντες τρόπου ζωής όπως η παχυσαρκία και το κάπνισμα έχουν συσχετιστεί με μειωμένη σεξουαλική επιθυμία.

Εδώ θα εστιάσουμε στον ψυχολογικό παράγοντα, που μειώνει την επιθυμία της γυναίκας. Η γυναίκα έχει σχηματίσει στο μυαλό της μία αρνητική εικόνα, που αφορά την εξωτερική της εμφάνιση, το σώμα της. Κοιτώντας τον εαυτό της στον καθρέφτη «αντλεί» απογοήτευση και συγκρίνεται στο μυαλό της με άλλες ιδανικές φιγούρες. Οι αντιλήψεις και τα πρότυπα που έχει εσωτερικεύσει από το περιβάλλον της κυριαρχούν, καθώς διαμορφώνουν τις βαθύτερες ιδέες για τον εαυτό της, φτάνοντας στο σημείο ακόμη και να διερωτάται αν αξίζει η ίδια. Επιπλέον, η μειωμένη επιθυμία μπορεί να σχετίζεται με σεξουαλική κακοποίηση, συναισθηματική εξάρτηση από το οικογενειακό περιβάλλον, προβλήματα επικοινωνίας στο ζευγάρι, ή να αποτελεί «αντίδραση» σε σεξουαλική δυσλειτουργία του συντρόφου της.

Τα σύγχρονα μέσα βομβαρδίζουν την ψυχολογία της γυναίκας με τις ιδανικές αναλογίες σώματος, ενώ η στάση του συντρόφου της παίζει καθοριστικό ρόλο στην αυτοπεποίθησή της. Δεν είναι λίγες οι φορές, που γυναίκες μάς μοιράζονται αρνητικά – προσβλητικά σχόλια, που «πέφτουν στο καθημερινό τραπέζι συζητήσεων», ή καλύτερα συγκρούσεων και υποτιμήσεων, μεταξύ του ζευγαριού.

Συχνά, η έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας συνυπάρχει με κάποιο ψυχικό πρόβλημα, όπως το άγχος και η κατάθλιψη, γι’ αυτό και πρέπει να εντοπιστεί και να αντιμετωπιστεί η «ρίζα» του προβλήματος. Ενώ, ένας από τους σπουδαιότερους παράγοντες είναι η σχέση και συγκεκριμένα η επικοινωνία «Πώς αισθάνεται η γυναίκα για το σύντροφό της;», «Νιώθει ότι την αποδέχεται;», «Πιστεύει ότι την θέλει;», «Την ακούει;».

Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι τα στοιχεία που συνθέτουν τον μοναδικό μας εαυτό, εσωτερικά και εξωτερικά, είναι «λατρευτά», ιδιαίτερα και ξεχωριστά.

Φροντίζοντας τον εαυτό μας εκπέμπουμε μια υγιή, ισορροπημένη, σταθερή και με αυτοπεποίθηση εικόνα προς τα έξω. Η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία ανήκει στο φάσμα των σεξουαλικών δυσλειτουργιών, αποτελεί πρόβλημα, αν προβληματίζει το ζευγάρι και μπορεί να αντιμετωπιστεί, εάν το διεκδικήσουμε.

Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ. 

 


 

Ακολουθήστε μας στους λογαρισμούς μας στα Social Media ώστε να μαθαίνετε γρήγορα και εύκολα όλα τα νεότερά μας: Facebook , Instagram , LinkedIn